Преступить на греческом языке
Перевод: преступить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, αμαρτάνουν, να παραβιάζει, για να παραβιάσει, παραβιάζω, το να τα υπερβούμε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: преступить
преступить приступить, переступить порог, приступить к делу, преступить закон, приступить к ликвидации, преступить словарь иностранных слов греческий, преступить на греческом языке
Переводы
- престольный на греческом языке - πρωτεύουσα, γιορτή, πανηγύρι, γιορτής, γλέντι, εορτή
- преступать на греческом языке - παραβιάζω, παραβαίνω, αθετώ, υπερβαίνω, υπερβούμε, υπερβεί, υπερέβη
- преступление на греческом языке - έγκλημα, προσβολή, παράβαση, πταίσμα, αδίκημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, ...
- преступник на греческом языке - εγκληματικός, απατεώνας, παραβάτης, φταίχτης, φυγάς, δράστης, εγκληματίας, ...
Случайные слова
Преступить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, αμαρτάνουν, να παραβιάζει, για να παραβιάσει, παραβιάζω, το να τα υπερβούμε
Переводы: αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, αμαρτάνουν, να παραβιάζει, για να παραβιάσει, παραβιάζω, το να τα υπερβούμε