Приверженец на греческом языке
Перевод: приверженец, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τραμπούκος, οπαδοί, παρακολούθηση, αυτοκόλλητο, υποστηρικτής, εραστής, ακολουθία, δορυφόρος, ανεμιστήρας, παρτιζάνος, βεντάλια, οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: приверженец
приверженец идеи, приверженец ереси, приверженец застоя, приверженец это, приверженец канцелярщины, приверженец словарь иностранных слов греческий, приверженец на греческом языке
Переводы
- привередливый на греческом языке - ωραίος, αψίκορος, εκλεκτικός, επιλεκτικοί, εκλεκτικοί, εκλεκτικό, choosy
- привередничать на греческом языке - είμαι, βρίσκομαι, διανύω, πάρει, επιλέξετε, διαλέξετε, να πάρει, ...
- приверженность на греческом языке - καλοσύνη, ευνοώ, τρυφερότητα, ρουσφέτι, ευλάβεια, εμμονή, φιλανθρωπία, ...
- приверженный на греческом языке - καλοήθης, ήπιος, καλοκάγαθος, οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, ...
Случайные слова
Приверженец на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τραμπούκος, οπαδοί, παρακολούθηση, αυτοκόλλητο, υποστηρικτής, εραστής, ακολουθία, δορυφόρος, ανεμιστήρας, παρτιζάνος, βεντάλια, οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων
Переводы: τραμπούκος, οπαδοί, παρακολούθηση, αυτοκόλλητο, υποστηρικτής, εραστής, ακολουθία, δορυφόρος, ανεμιστήρας, παρτιζάνος, βεντάλια, οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων