Придать на греческом языке
Перевод: придать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αυξάνω, συνδέω, προσθέτω, μεταβιβάζω, περικλείω, επισυνάπτω, συμπλήρωμα, πληροφορώ, εσωκλείω, δίνουν, να δώσει, δώσει, δώσουν, να
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: придать
предать анафеме, предать забвению, придать или предать, предать огласке, предать друга, придать словарь иностранных слов греческий, придать на греческом языке
Переводы
- придаток на греческом языке - αναπληρωτής, συμπλήρωμα, παράρτημα, προσάρτημα, εξάρτημα, προσαρτήματος, απόφυση, ...
- придаточный на греческом языке - πρόσθετος, επιπρόσθετος, συμπληρωματικός, υποδεέστερη, δευτερεύοντα, δευτερεύουσα, υπάγεται, ...
- придача на греческом языке - κλήρος, Pridacha
- придворный на греческом языке - αυλικός, ιπποκόμος, γαμπρός, αυλικού, αυλικό, του παλατιού, μελικός
Случайные слова
Придать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αυξάνω, συνδέω, προσθέτω, μεταβιβάζω, περικλείω, επισυνάπτω, συμπλήρωμα, πληροφορώ, εσωκλείω, δίνουν, να δώσει, δώσει, δώσουν, να
Переводы: αυξάνω, συνδέω, προσθέτω, μεταβιβάζω, περικλείω, επισυνάπτω, συμπλήρωμα, πληροφορώ, εσωκλείω, δίνουν, να δώσει, δώσει, δώσουν, να