Приметный на греческом языке
Перевод: приметный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
περίβλεπτος, διακεκριμένος, αισθητός, διαπρεπής, καταφανής, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, ορατός, περίοπτος, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: приметный
что такое приметный, приметный или приметливый, приметный это, приметный словосочетание, приметный значение, приметный словарь иностранных слов греческий, приметный на греческом языке
Переводы
- приметить на греческом языке - σημείωση, σημειώνω, πίνακας, παρατηρώ, παίρνω, να, για να, ...
- приметливый на греческом языке - παρατηρητικός, προσεκτικός, παρατηρητικοί, προσεκτικό, παρατηρητικό
- приметывать на греческом языке - ραφή, ράβω, primetyvat
- примечание на греческом языке - σχόλιο, παρατήρηση, σχολιασμός, σημείωση, πίνακας, υποσημείωση, σημειώνω, ...
Случайные слова
Приметный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: περίβλεπτος, διακεκριμένος, αισθητός, διαπρεπής, καταφανής, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, ορατός, περίοπτος, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή
Переводы: περίβλεπτος, διακεκριμένος, αισθητός, διαπρεπής, καταφανής, ευδιάκριτος, αξιοσημείωτος, ορατός, περίοπτος, αισθητή, αξιοσημείωτη, αξιοσημείωτο, εμφανής, εμφανή