Прислонять на греческом языке
Перевод: прислонять, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τοποθετώ, ησυχασμός, τόπος, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, μέρος, βάζω, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα, αδύνατο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: прислонять
прислонять словарь иностранных слов греческий, прислонять на греческом языке
Переводы
- прислонить на греческом языке - ακουμπώ, γέρνω, άπαχος, κλίνω, βάζω, τοποθετώ, ξεκουραστούν, ...
- прислониться на греческом языке - ακουμπώ, άπαχος, κλίνω, γέρνω, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, ...
- прислоняться на греческом языке - γέρνω, άπαχος, κλίνω, ακουμπώ, ψαχνό, άπαχο, σε άπαχο, ...
- прислуга на греческом языке - υπηρέτης, κορίτσι, υπηρέτρια, καμαριέρα, καμαριέρας, καθαριότητα
Случайные слова
Прислонять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τοποθετώ, ησυχασμός, τόπος, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, μέρος, βάζω, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα, αδύνατο
Переводы: τοποθετώ, ησυχασμός, τόπος, υπόλοιπος, ξεκουράζομαι, μέρος, βάζω, άπαχο, σε άπαχο, άπαχου, άπαχα, αδύνατο