Приурочить на греческом языке
Перевод: приурочить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διασκευάζω, εξυπηρετώ, προσαρμόζω, αποδέχομαι, υιοθετώ, στεγάζω, συμπίπτουν με, συμπίπτει με, συμπέσει με, να συμπίπτει με, συμπίπτουν με τις
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: приурочить
приурочить значение, приурочить англ, приурочить значение слова, приурочить английский, приурочить синоним, приурочить словарь иностранных слов греческий, приурочить на греческом языке
Переводы
- приумолкнуть на греческом языке - γίνομαι, αρμόζω, γίνει, να γίνει, καταστεί, γίνουν, γίνονται
- приуныть на греческом языке - διανύω, είμαι, βρίσκομαι, να πάρει την, πάρετε την, να πάρει το, πάρει το, ...
- приутихнуть на греческом языке - πέφτω, εκπίπτω, ρανίδα, σταγόνα, πτώση, μειώνομαι, μειώνω, ...
- приучать на греческом языке - νοστιμίζω, διάλλειμα, διδάσκω, σπάζω, διάλειμμα, εξοικειώνομαι, συνηθίζω, ...
Случайные слова
Приурочить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διασκευάζω, εξυπηρετώ, προσαρμόζω, αποδέχομαι, υιοθετώ, στεγάζω, συμπίπτουν με, συμπίπτει με, συμπέσει με, να συμπίπτει με, συμπίπτουν με τις
Переводы: διασκευάζω, εξυπηρετώ, προσαρμόζω, αποδέχομαι, υιοθετώ, στεγάζω, συμπίπτουν με, συμπίπτει με, συμπέσει με, να συμπίπτει με, συμπίπτουν με τις