Произрасти на греческом языке
Перевод: произрасти, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αυξάνομαι, μεγαλώνω, εμπρός, καθεξής, εκτίθενται, ορίζονται, εκτίθεται
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: произрасти
произрасти словарь иностранных слов греческий, произрасти на греческом языке
Переводы
- произрастание на греческом языке - βλάστηση, βλάστησης, της βλάστησης, τη βλάστηση, η βλάστηση
- произрастать на греческом языке - μεγαλώνω, αυξάνομαι, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
- проиллюстрировать на греческом языке - διευκρινίζω, επεξηγώ, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, ...
- проинструктировать на греческом языке - διδάσκω, αναθέσει, να αναθέσει, δώσει εντολή, αναθέσει στην, έδωσε εντολή
Случайные слова
Произрасти на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αυξάνομαι, μεγαλώνω, εμπρός, καθεξής, εκτίθενται, ορίζονται, εκτίθεται
Переводы: αυξάνομαι, μεγαλώνω, εμπρός, καθεξής, εκτίθενται, ορίζονται, εκτίθεται