Прокладывать на греческом языке
Перевод: прокладывать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
βυθίζομαι, μεταφέρω, διάλειμμα, κοσμικός, στρώνω, ίχνος, αντεπίθεση, κουβαλώ, διάλλειμα, ναυαγώ, ξαπλώνω, νεροχύτης, οδηγώ, μονοπάτι, ανάστημα, κορμοστασιά, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: прокладывать
прокладывать дорогу предложение, прокладывать дорогу синоним, прокладывать путь, прокладывать дорогу во сне, прокладывать перевод, прокладывать словарь иностранных слов греческий, прокладывать на греческом языке
Переводы
- прокисший на греческом языке - ξινός, σέξι, ξινή, ξινό, ξινά, κρέμα, όξινη
- прокладка на греческом языке - χορταστικός, γέμισμα, φόδρα, συμπίεση, σφράγισμα, παραγέμισμα, τσιμούχα, ...
- прокламация на греческом языке - εξαγγελία, κήρυξη, φυλλάδιο, προκήρυξη, διακήρυξη, ανακήρυξη, διακήρυξης
- прокламировать на греческом языке - καταδεικνύω, διαλαλώ, προκηρύσσω, διακηρύξει, διακηρύσσουν, διακηρύξουν, διακηρύξουμε, ...
Случайные слова
Прокладывать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: βυθίζομαι, μεταφέρω, διάλειμμα, κοσμικός, στρώνω, ίχνος, αντεπίθεση, κουβαλώ, διάλλειμα, ναυαγώ, ξαπλώνω, νεροχύτης, οδηγώ, μονοπάτι, ανάστημα, κορμοστασιά, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Переводы: βυθίζομαι, μεταφέρω, διάλειμμα, κοσμικός, στρώνω, ίχνος, αντεπίθεση, κουβαλώ, διάλλειμα, ναυαγώ, ξαπλώνω, νεροχύτης, οδηγώ, μονοπάτι, ανάστημα, κορμοστασιά, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει