Промачивать на греческом языке
Перевод: промачивать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
μουσκεύω, βρέχω, αμαυρώνω, βρεγμένος, περιχύω, υγρός, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: промачивать
промачивать словарь иностранных слов греческий, промачивать на греческом языке
Переводы
- промахиваться на греческом языке - χάνω, δεσποινίς, αστοχώ, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, Δεσποινίς, ...
- промахнуться на греческом языке - δεσποινίς, αφεντικό, αστοχώ, χάνω, δεσποινίδα, Μεγάλη χαμένη ευκαιρία, Μις, ...
- промедление на греческом языке - καθυστέρηση, αναβολή, αναβλητικότητα, την αναβλητικότητα, αναβλητικότητας, η αναβλητικότητα
- промедлить на греческом языке - καθυστέρηση, καθυστερώ, επιμένω, βραδυπορώ, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Случайные слова
Промачивать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: μουσκεύω, βρέχω, αμαυρώνω, βρεγμένος, περιχύω, υγρός, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε
Переводы: μουσκεύω, βρέχω, αμαυρώνω, βρεγμένος, περιχύω, υγρός, απολαύστε, μουλιάσει, απορροφούν, ενυδατώστε, μουλιάστε