Противоречивый на греческом языке
Перевод: противоречивый, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ταλαντευόμενος, ειρωνικός, στραβός, αμφισβητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αντιφατικός, αντιφατικές, αντιφατική, αντιφατικό, αντιφατικά
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: противоречивый
противоречивый характер оттепели в духовной сфере, противоречивый характер прогресса, противоречивый характер павла 1, противоречивый факт, противоречивый характер пьера, противоречивый словарь иностранных слов греческий, противоречивый на греческом языке
Переводы
- противоречащий на греческом языке - αντιφατικός, αντιφατικές, αντιφατική, αντιφατικό, αντιφατικά
- противоречивость на греческом языке - ασυνέπεια, ανακολουθία, ασυνέπειας, αντίφαση, ασυμφωνία
- противоречие на греческом языке - ανακολουθία, αντίφαση, κλαγγή, βούλα, σύγκρουση, αντίθεση, ασυνέπεια, ...
- противоречить на греческом языке - αντιφάσκω, θυρίδα, αντιτείνω, αντικείμενο, αντιλέγω, διαψεύδω, σύγκρουση, ...
Случайные слова
Противоречивый на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ταλαντευόμενος, ειρωνικός, στραβός, αμφισβητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αντιφατικός, αντιφατικές, αντιφατική, αντιφατικό, αντιφατικά
Переводы: ταλαντευόμενος, ειρωνικός, στραβός, αμφισβητήσιμος, επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αντιφατικός, αντιφατικές, αντιφατική, αντιφατικό, αντιφατικά