Протяжение на греческом языке
Перевод: протяжение, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
απόσταση, τεντώνω, τεντώνομαι, διάστημα, εξάπλωση, βύθισμα, βαθμός, διαστολή, έκταση, συνέχεια, επέκταση, εκτείνομαι, μήκος, περιοχή, προέκταση, τεζάρω, τέντωμα, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: протяжение
протяжение протяжении, протяжение это, протяжение гор анд составляет, протяжение точки, протяжение проверочное слово, протяжение словарь иностранных слов греческий, протяжение на греческом языке
Переводы
- протягивать на греческом языке - επέκταση, τεντώνομαι, απλώνω, φτάνω, επεκτείνω, διαδίδω, εκτείνομαι, ...
- протягиваться на греческом языке - τεντώνομαι, εκτείνω, επεκτείνω, απλώνω, φτάνω, εκτείνομαι, τεζάρω, ...
- протяженность на греческом языке - βαθμός, έκταση, προέκταση, επέκταση, μήκος, μέγεθος, μήκους, ...
- протяженный на греческом языке - διεξοδικός, εκτεταμένος, επεκταθεί, επεκτάθηκε, παρατάθηκε, παρατείνεται, παραταθεί
Случайные слова
Протяжение на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: απόσταση, τεντώνω, τεντώνομαι, διάστημα, εξάπλωση, βύθισμα, βαθμός, διαστολή, έκταση, συνέχεια, επέκταση, εκτείνομαι, μήκος, περιοχή, προέκταση, τεζάρω, τέντωμα, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Переводы: απόσταση, τεντώνω, τεντώνομαι, διάστημα, εξάπλωση, βύθισμα, βαθμός, διαστολή, έκταση, συνέχεια, επέκταση, εκτείνομαι, μήκος, περιοχή, προέκταση, τεζάρω, τέντωμα, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση