Протянуться на греческом языке
Перевод: протянуться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
επεκτείνω, επέκταση, επιμένω, διαρκώ, εκτείνομαι, εκτείνω, φουντώνω, τελευταίος, διαδίδω, βραδυπορώ, απλώνω, καθυστερώ, φτουρώ, προσεγγίσουν, φτάσει, προσεγγίσει, απευθύνονται, προσεγγίσουμε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: протянуться
протянуться словарь иностранных слов греческий, протянуться на греческом языке
Переводы
- протянутый на греческом языке - τεντωμένος, απλωμένα, τεντωμένο, απλωμένα τα, τεντωμένο το
- протянуть на греческом языке - φτάνω, διαδίδω, απλώνω, εκτείνομαι, επέκταση, εκτείνω, τεντώνω, ...
- проучить на греческом языке - διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
- проучиться на греческом языке - γραφείο, σπουδάζω, μελέτη, σπουδές, prouchitsya
Случайные слова
Протянуться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: επεκτείνω, επέκταση, επιμένω, διαρκώ, εκτείνομαι, εκτείνω, φουντώνω, τελευταίος, διαδίδω, βραδυπορώ, απλώνω, καθυστερώ, φτουρώ, προσεγγίσουν, φτάσει, προσεγγίσει, απευθύνονται, προσεγγίσουμε
Переводы: επεκτείνω, επέκταση, επιμένω, διαρκώ, εκτείνομαι, εκτείνω, φουντώνω, τελευταίος, διαδίδω, βραδυπορώ, απλώνω, καθυστερώ, φτουρώ, προσεγγίσουν, φτάσει, προσεγγίσει, απευθύνονται, προσεγγίσουμε