Процедить на греческом языке
Перевод: процедить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τεντώνω, κρησαρίζω, ζόρι, διηθώ, φίλτρο, στραμπουλίζω, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: процедить
процедить молоко, процедить бульон без сита, процедить краску, процедить синоним, процедить синонимы, процедить словарь иностранных слов греческий, процедить на греческом языке
Переводы
- процветать на греческом языке - κάνω, προκόβω, ανθώ, ευημερώ, ακμάζω, κραδαίνω, ευδοκιμώ, ...
- процветающий на греческом языке - φειδωλός, ευοίωνος, ακμάζουσα, αναπτυγμένος, ακμάζουσας, ευημερούσα, ακμαία
- процедура на греческом языке - διαδικασία, διαδικασίας, διαδικασία που, διαδικασία του, τη διαδικασία
- процедурный на греческом языке - διαδικαστικός, διαδικαστικές, διαδικαστικών, διαδικαστικά, διαδικαστική
Случайные слова
Процедить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τεντώνω, κρησαρίζω, ζόρι, διηθώ, φίλτρο, στραμπουλίζω, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους
Переводы: τεντώνω, κρησαρίζω, ζόρι, διηθώ, φίλτρο, στραμπουλίζω, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, στελέχους