Разбирать на греческом языке
Перевод: разбирать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
λιχνίζω, διαλύω, τύπος, ξεκουμπώνω, ξεδιαλέγω, ερμηνεύω, είδος, αποσυνθέτω, τακτοποιώ, πεζεύω, αποσυναρμολογώ, σαπίζω, αναλύω, κατεδαφίζω, αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσετε, αποσυναρμολογήσει, αποσυναρμολογείτε, αποσυναρμολογείτε και
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: разбирать
разбирать автомат калашникова, разбирать перевод, разбирать вещи во сне, разбирать вещи archeage, разбирать синонимы, разбирать словарь иностранных слов греческий, разбирать на греческом языке
Переводы
- разбиение на греческом языке - διχοτόμηση, χώρισμα, διαμέρισμα, κατάτμηση, διαχωριστικό
- разбирательство на греческом языке - διερεύνηση, σεβασμός, δίκη, σκέψη, διεργασία, εξέταση, έρευνα, ...
- разбираться на греческом языке - κατανοώ, σφίγγω, πιάνω, συλλαμβάνω, καταλαβαίνω, ξεκαθαρίζω, ξεδιαλύνω, ...
- разбирающийся на греческом языке - οξυδερκής, διακρίσεις, διάκριση, διακριτική, διάκρισης
Случайные слова
Разбирать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: λιχνίζω, διαλύω, τύπος, ξεκουμπώνω, ξεδιαλέγω, ερμηνεύω, είδος, αποσυνθέτω, τακτοποιώ, πεζεύω, αποσυναρμολογώ, σαπίζω, αναλύω, κατεδαφίζω, αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσετε, αποσυναρμολογήσει, αποσυναρμολογείτε, αποσυναρμολογείτε και
Переводы: λιχνίζω, διαλύω, τύπος, ξεκουμπώνω, ξεδιαλέγω, ερμηνεύω, είδος, αποσυνθέτω, τακτοποιώ, πεζεύω, αποσυναρμολογώ, σαπίζω, αναλύω, κατεδαφίζω, αποσυναρμολόγηση, αποσυναρμολογήσετε, αποσυναρμολογήσει, αποσυναρμολογείτε, αποσυναρμολογείτε και