Разведчик на греческом языке
Перевод: разведчик, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κατασκοπεύω, μυστικό, κατάσκοπος, μυστικός, απόρρητος, πρόσκοπος, ανιχνευτής, κατοπτεύω, προσκόπων, scout
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: разведчик
разведчик сан саныч, разведчик вихров, разведчик передал в штаб радиограмму, разведчик archeage, разведчик исаев, разведчик словарь иностранных слов греческий, разведчик на греческом языке
Переводы
- разведенный на греческом языке - διαζύγιο, αραιωμένο, αραιωμένα, αραιώνεται, αραιώνονται, αραιωμένου
- разведка на греческом языке - ανιχνευτής, αναγνώριση, ανιχνεύω, ανίχνευση, πρόσκοπος, αναγνωριστικός, εξερεύνηση, ...
- разведывать на греческом языке - ανιχνευτής, ανιχνεύω, πρόσκοπος, εξερευνώ, διερευνήσει, να διερευνήσει, εξερευνήστε, ...
- разведённый на греческом языке - διαζευγμένος, διαζευγμένη, Διαζευγμενος, διαζευγμένοι, χωρισμένος
Случайные слова
Разведчик на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κατασκοπεύω, μυστικό, κατάσκοπος, μυστικός, απόρρητος, πρόσκοπος, ανιχνευτής, κατοπτεύω, προσκόπων, scout
Переводы: κατασκοπεύω, μυστικό, κατάσκοπος, μυστικός, απόρρητος, πρόσκοπος, ανιχνευτής, κατοπτεύω, προσκόπων, scout