Разжаловать на греческом языке
Перевод: разжаловать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
υποβαθμίζω, εξευτελίζω, σπάζω, χαμηλώνω, καθαιρώ, διάλειμμα, ταπεινώνω, αντεπίθεση, διάλλειμα, εκφαυλίζω, ταμίας, προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: разжаловать
разжаловать википедия, разжаловать создателя группы, разжаловать офицера, разжаловать в рядовые, разжаловать руководителя, разжаловать словарь иностранных слов греческий, разжаловать на греческом языке
Переводы
- раздуться на греческом языке - πρήζω, γίνομαι, αρμόζω, φουσκώνω, εξογκώνω, φούσκωμα, πρήζεται, ...
- разжалование на греческом языке - υποβάθμιση, η υποβάθμιση, υποβάθμισης, αποικοδόμηση, αποδόμηση
- разжать на греческом языке - ανοικτός, ανοίγω, ανοιχτός, ξεκουμπώνω, εγκαινιάζω, ξεσφίγγω
- разжевать на греческом языке - μασώ, μάσημα, μασάτε, μασούν, μασήσει, μασήσουν
Случайные слова
Разжаловать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: υποβαθμίζω, εξευτελίζω, σπάζω, χαμηλώνω, καθαιρώ, διάλειμμα, ταπεινώνω, αντεπίθεση, διάλλειμα, εκφαυλίζω, ταμίας, προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο
Переводы: υποβαθμίζω, εξευτελίζω, σπάζω, χαμηλώνω, καθαιρώ, διάλειμμα, ταπεινώνω, αντεπίθεση, διάλλειμα, εκφαυλίζω, ταμίας, προτομή, αποτυχία, στήθος, προτομής, μπούστο