Разрастаться на греческом языке
Перевод: разрастаться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διευρύνω, επεκτείνω, διαστέλλω, αυξάνομαι, μεγαλώνω, φουσκώνω, ευημερώ, ευδοκιμώ, προκόβω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: разрастаться
разрастаться словосочетание, разрастаться синоним, разрастаться словарь иностранных слов греческий, разрастаться на греческом языке
Переводы
- разразиться на греческом языке - έρχομαι, εκρήγνυμαι, ξεσπώ, ξέσπασμα, ξεσπάσει, ξεσπούν, ξεφύγει από, ...
- разрастание на греческом языке - προσαύξηση, αυξάνω, πρόσφυση, αύξηση, ανάπτυξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, ...
- разрастись на греческом языке - αυξάνομαι, μεγαλώνω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
- разреветься на греческом языке - υψώνω, ανατρέφω, σηκώνω, αναστηλώνω, ουρλιάζω, θέσω ένα, προβάλει, ...
Случайные слова
Разрастаться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διευρύνω, επεκτείνω, διαστέλλω, αυξάνομαι, μεγαλώνω, φουσκώνω, ευημερώ, ευδοκιμώ, προκόβω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Переводы: διευρύνω, επεκτείνω, διαστέλλω, αυξάνομαι, μεγαλώνω, φουσκώνω, ευημερώ, ευδοκιμώ, προκόβω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται