Раскалиться на греческом языке
Перевод: раскалиться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
γίνομαι, παίρνω, αποκτώ, αρμόζω, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: раскалиться
раскалиться словарь иностранных слов греческий, раскалиться на греческом языке
Переводы
- раскаивающийся на греческом языке - μετανιωμένος, μετανοών, μετανοημένος, μετανοούντες, μετανοημένους
- раскаленный на греческом языке - καυτές, καυτή, sizzling, καυτό, προκλητική
- раскалывание на греческом языке - μοιράζω, μοίρα, διχοτομία, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διαίρεση, ...
- раскалывать на греческом языке - μοίρα, εκτινάσσομαι, ψεγάδι, μοιράζω, ατέλεια, σκίζω, αναπηδώ, ...
Случайные слова
Раскалиться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: γίνομαι, παίρνω, αποκτώ, αρμόζω, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν
Переводы: γίνομαι, παίρνω, αποκτώ, αρμόζω, υπερθέρμανση, υπερθερμανθεί, να υπερθερμανθεί, υπερθερμανθούν, να υπερθερμανθούν