Расколоть на греческом языке
Перевод: расколоть, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, διχοτομία, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: расколоть
расколоть проверочное слово, расколоть надвое, расколоть гениальнее поровну, расколоть викисловарь, расколоть грецкий орех, расколоть словарь иностранных слов греческий, расколоть на греческом языке
Переводы
- раскол на греческом языке - διάλειμμα, αποσκίρτηση, αντεπίθεση, μοίρα, σπάζω, αναστάτωση, διάλλειμα, ...
- расколотый на греческом языке - διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
- расколоться на греческом языке - μοίρα, σχίζω, διχοτομία, μοιράζω, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, ...
- раскольник на греческом языке - σχισματικός, σχισματική, σχισματικούς, σχισματικών, σχισματικοί
Случайные слова
Расколоть на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, διχοτομία, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Переводы: μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, διχοτομία, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη