Расселять на греческом языке

Перевод: расселять, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Расселять на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: расселять

когда расселять детей, расселять словарь иностранных слов греческий, расселять на греческом языке

Переводы

  • расселить на греческом языке - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, επανεγκατάσταση, επανεγκατασταθούν, μετεγκατασταθούν, επανεγκαταστήσουν, την επανεγκατάσταση
  • расселиться на греческом языке - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
  • расселяться на греческом языке - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
  • рассердить на греческом языке - παίρνω, ερεθίζω, ενοχλώ, παρενοχλώ, οργή, στο θυμό, σε θυμό, ...
Случайные слова
Расселять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση