Расчетчик на греческом языке
Перевод: расчетчик, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
σχεδιαστής, εκτιμητής, εκτιμητή, εκτιμήτρια, εκτιμήτριας, εκτιμήτριας συνάρτησης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: расчетчик
расчетчик отпускных, расчетчик трудового стажа, расчетчик зарплат, расчетчик кредита, расчетчик декретных, расчетчик словарь иностранных слов греческий, расчетчик на греческом языке
Переводы
- расчетливый на греческом языке - φρόνιμος, συνετός, λογικός, νουνεχής, σοφός, υπολογισμό, τον υπολογισμό, ...
- расчетный на греческом языке - υπολογίζεται, υπολογίστηκε, υπολογιστεί, υπολογίζονται, που υπολογίζεται
- расчистка на греческом языке - εκκαθάριση, ξέφωτο, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, συμψηφισμού
- расчихвостить на греческом языке - θρυμματίζω, αντεπίθεση, διάλειμμα, διάλλειμα, σπάζω, συντρίβω, κομματιάζω, ...
Случайные слова
Расчетчик на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: σχεδιαστής, εκτιμητής, εκτιμητή, εκτιμήτρια, εκτιμήτριας, εκτιμήτριας συνάρτησης
Переводы: σχεδιαστής, εκτιμητής, εκτιμητή, εκτιμήτρια, εκτιμήτριας, εκτιμήτριας συνάρτησης