Реагирующий на греческом языке
Перевод: реагирующий, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών
Другие языки
Родственные слова: реагирующий
реагирующий дизайн, реагирующий синоним, реагирующий грунт, реагирующий словарь иностранных слов греческий, реагирующий на греческом языке
Переводы
- реагировать на греческом языке - αντιδρώ, διηγούμαι, ανταπαντώ, απαντώ, απάντηση, αντίλογος, αντιδρούν, ...
- реагирует на греческом языке - αντιδρά, θα αντιδρά
- реактив на греческом языке - μεσίτης, πράκτορας, παράγων, αντιδραστήριο, αντιδραστηρίου, αντιδραστηρίων, του αντιδραστηρίου, ...
- реактивация на греческом языке - επανενεργοποίηση, επανενεργοποίησης, επανεργοποίησης του, επαναδραστηριοποίηση, την επανενεργοποίηση
Случайные слова
Реагирующий на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών
Переводы: αντιδραστικός, αντιδραστική, αντιδραστικό, αντιδραστικά, αντιδραστικών