Решётка на греческом языке
Перевод: решётка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εκκολάπτομαι, μέγγενη, κάγκελα, σχάρα, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, δίχτυ, ράφι, βασανιστήριο, δικτυωτό, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: решётка
решетка летнего сада, решетка радиатора приора, решетка кардано, решетка гриль, решетка для мангала, решётка словарь иностранных слов греческий, решётка на греческом языке
Переводы
- решетина на греческом языке - πηχάκι, πήχη, το πηχάκι, lath, πηχακιού
- решетить на греческом языке - κοσκινίζω, γρίφος, κόσκινο, κόσκινου, κοσκινού, κοσκίνου, ηθμού
- решето на греческом языке - κρησαρίζω, κοσκινίζω, εξετάζω, γρίφος, κόσκινο, κόσκινου, κοσκινού, ...
- решетчатый на греческом языке - δικτυωτό, πλέγμα, πλέγματος, lattice, του πλέγματος
Случайные слова
Решётка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εκκολάπτομαι, μέγγενη, κάγκελα, σχάρα, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, δίχτυ, ράφι, βασανιστήριο, δικτυωτό, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου
Переводы: εκκολάπτομαι, μέγγενη, κάγκελα, σχάρα, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, δίχτυ, ράφι, βασανιστήριο, δικτυωτό, πλέγμα, ενοχλητικός, δίκτυο, δικτύου, πλέγματος, του δικτύου