Рисовать на греческом языке

Перевод: рисовать, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ανιχνεύω, σκιαγραφώ, ζωγραφίζω, γραμμή, εικόνα, επισύρω, τραβώ, σκιαγράφηση, διατυπώνω, παρατάσσω, περιγράφω, επενδύω, ανακαλύπτω, ίχνος, υπόλειμμα, έλκω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει
Рисовать на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: рисовать

рисовать аниме, рисовать граффити, рисовать карандашом, рисовать мультики, рисовать пони, рисовать словарь иностранных слов греческий, рисовать на греческом языке

Переводы

  • рисовальщик на греческом языке - σχεδιαστής, καλλιτέχνης, συρτάρι, ζωγραφιά, συντάκτης, Ο συντάκτης, συντάκτη γνωμοδότησης, ...
  • рисование на греческом языке - απεικόνιση, ζωγραφιά, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
  • рисоваться на греческом языке - αργαλειός, ποζάρω, φαίνομαι, διαφαίνομαι, εμφανίζομαι, πόζα, ξεπροβάλλω, ...
  • рисовка на греческом языке - ζωγραφιά, καμάρι, λοφίο, το λοφίο, αυτοπεποίθηση, η εμμονή
Случайные слова
Рисовать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ανιχνεύω, σκιαγραφώ, ζωγραφίζω, γραμμή, εικόνα, επισύρω, τραβώ, σκιαγράφηση, διατυπώνω, παρατάσσω, περιγράφω, επενδύω, ανακαλύπτω, ίχνος, υπόλειμμα, έλκω, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, επιστήσει