Ругать на греческом языке
Перевод: ругать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ορκίζομαι, προπηλακίζω, επιπλήττω, κατσαδιάζω, υποκρισία, χτύπημα, φυσώ, επίπληξη, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: ругать
ругать мужа во сне, ругать синонимы, ругать во сне, ругать перевод на английский, ругать антоним, ругать словарь иностранных слов греческий, ругать на греческом языке
Переводы
- ругательный на греческом языке - καταριέμαι, καταχρηστικός, όρκος, υβριστικός, ονειδιστικός, υβριστική, υβριστικά
- ругательство на греческом языке - όρκος, καταριέμαι, κατσάδα, επίπληξη, ορκίζομαι, κατάρα, πληγή, ...
- ругаться на греческом языке - ορκίζομαι, χρησιμοποιώ, καταριέμαι, χρήση, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, ...
- ругнуть на греческом языке - ορκίζομαι, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν
Случайные слова
Ругать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ορκίζομαι, προπηλακίζω, επιπλήττω, κατσαδιάζω, υποκρισία, χτύπημα, φυσώ, επίπληξη, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Переводы: ορκίζομαι, προπηλακίζω, επιπλήττω, κατσαδιάζω, υποκρισία, χτύπημα, φυσώ, επίπληξη, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων