Самосвал на греческом языке
Перевод: самосвал, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
βυθοκόρος, πουρμπουάρ, χοάνη, ρεγάλο, ποδοκόπι, αιχμή, ανατρεπόμενο, ανατρεπώμενα, ανατρεπόμενα, με ανατρεπόμενα, ανατρεπόμενο όχημα
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: самосвал
самосвал видео, самосвал shacman, самосвал в аренду, самосвал вольво, самосвал при перевозке груза, самосвал словарь иностранных слов греческий, самосвал на греческом языке
Переводы
- самородный на греческом языке - γνήσιος, ντόπιος, παρθένα, ιθαγενής, παρθένος, ατόφιος, πρωτότυπος, ...
- самородок на греческом языке - γυμνοσάλιαγκας, σφαίρα, όγκος χρυσού, ψήγμα, το ψήγμα, ψήγμα χρυσού, βώλος από άργυρο
- самосветящийся на греческом языке - αυτόφωτος, αυτοφωτιζόμενη, αυτόφωτες, αυτόφωτο
- самосевный на греческом языке - εθελοντής, εθελοντή, εθελοντών, εθελοντές, εθελοντική
Случайные слова
Самосвал на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: βυθοκόρος, πουρμπουάρ, χοάνη, ρεγάλο, ποδοκόπι, αιχμή, ανατρεπόμενο, ανατρεπώμενα, ανατρεπόμενα, με ανατρεπόμενα, ανατρεπόμενο όχημα
Переводы: βυθοκόρος, πουρμπουάρ, χοάνη, ρεγάλο, ποδοκόπι, αιχμή, ανατρεπόμενο, ανατρεπώμενα, ανατρεπόμενα, με ανατρεπόμενα, ανατρεπόμενο όχημα