Санкция на греческом языке
Перевод: санкция, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ευλογία, έγκριση, συγκατάθεση, επικυρώνω, επιδοκιμασία, παραδοχή, κύρωση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: санкция
санкция сша, санкция примеры, санкция эйгера, санкция это, санкция против обамы, санкция словарь иностранных слов греческий, санкция на греческом языке
Переводы
- санкционировать на греческом языке - εγκρίνω, κύρωση, συγκατάθεση, επιβεβαιώνω, επιδοκιμάζω, διαβεβαιώνω, επικυρώνω, ...
- санкционирующий на греческом языке - Εξουσιοδότηση, χορήγησης της άδειας, Εξουσιοδοτικές, οποία εξουσιοδοτείται, Η εξουσιοδότηση της
- сановник на греческом языке - αξιωματούχος, αξιωματούχου, αξιωματούχο που, αξιωματούχου από, επισκοπικά τους
- саночник на греческом языке - Luger, στο μικρό έλκηθρο, μικρό έλκηθρο, Λούγκερ
Случайные слова
Санкция на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ευλογία, έγκριση, συγκατάθεση, επικυρώνω, επιδοκιμασία, παραδοχή, κύρωση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως
Переводы: ευλογία, έγκριση, συγκατάθεση, επικυρώνω, επιδοκιμασία, παραδοχή, κύρωση, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως