Сберечь на греческом языке
Перевод: сберечь, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διατηρώ, βάζω, αποθηκεύω, εκτός, κατακρατώ, μαγαζί, εξακολουθώ, αιχμαλωσία, αποταμιεύω, αιχμαλωτίζω, συντηρώ, διασώζω, αποκρούω, κρατώ, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: сберечь
беречь викисловарь, беречь хлеб, сберечь бережливый бережно, беречь синонимы, беречь по составу, сберечь словарь иностранных слов греческий, сберечь на греческом языке
Переводы
- сберегать на греческом языке - διασώζω, μαγαζί, εκτός, συντηρώ, αποθηκεύω, βάζω, αποκρούω, ...
- сбережение на греческом языке - φυλάω, φρουρά, διατήρηση, φρουρώ, φύλακας, οικονομία, σωτηρία, ...
- сбивалка на греческом языке - διακόπτης, αλλάζω, αλλαγή, σύρμα, χτυπήστε ελαφρά, χτυπά ελαφρά, χτυπητήρι, ...
- сбивать на греческом языке - ταράζω, κάτω, καρδάρα, σφυροκοπώ, χτυπητήρι, πούπουλο, προβλέπονται, ...
Случайные слова
Сберечь на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διατηρώ, βάζω, αποθηκεύω, εκτός, κατακρατώ, μαγαζί, εξακολουθώ, αιχμαλωσία, αποταμιεύω, αιχμαλωτίζω, συντηρώ, διασώζω, αποκρούω, κρατώ, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Переводы: διατηρώ, βάζω, αποθηκεύω, εκτός, κατακρατώ, μαγαζί, εξακολουθώ, αιχμαλωσία, αποταμιεύω, αιχμαλωτίζω, συντηρώ, διασώζω, αποκρούω, κρατώ, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε