Смешиваться на греческом языке
Перевод: смешиваться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: смешиваться
смешивать синонимы, смешиваться синоним, смешиваться словарь иностранных слов греческий, смешиваться на греческом языке
Переводы
- смешивание на греческом языке - μίγμα, αναμιγνύω, πρόσμειξη, ανακατώνω, ανακατεύω, μίξη, ανάμιξη, ...
- смешивать на греческом языке - αναμιγνύω, επιδεινώνω, σύνθετος, σμίγω, μαλάζω, ενσωματώνω, μίγμα, ...
- смешить на греческом языке - διασκεδάζω, ψυχαγωγώ, διασκεδάζουν, Amuse, διασκεδάσουν, να διασκεδάσουν
- смешливость на греческом языке - καημός, επιθυμία, γελαστικότητα, γελαστικότης
Случайные слова
Смешиваться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Переводы: ανακατώνω, αναμιγνύω, μίγμα, ενσωματώνω, ανακατεύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε