Совершаться на греческом языке
Перевод: совершаться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κυκλοφορώ, συμπεριφέρομαι, κάνω, κοσμικός, ξαπλώνω, πέρασμα, στρώνω, πράξη, συμβαίνω, προχωρώ, παίρνω, στενά, προβαίνω, περνώ, διαπράττω, διαδραματίζω, εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: совершаться
совершаться синоним, совершаться словарь иностранных слов греческий, совершаться на греческом языке
Переводы
- совершает на греческом языке - δεσμεύεται, διαπράττει, δεσμεύει, δέσμευση, αναλαμβάνει
- совершать на греческом языке - εκτελώ, συμπεριφέρομαι, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, εργασία, αποδίδω, επιτυγχάνω, ...
- совершение на греческом языке - διενέργεια, δέσμευση, άσκηση, πρακτική, εφαρμογή, προμήθεια, επιτροπή, ...
- совершенно на греческом языке - δικαίωμα, αρκετά, απόλυτος, τέλεια, όλος, απολύτως, όλα, ...
Случайные слова
Совершаться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κυκλοφορώ, συμπεριφέρομαι, κάνω, κοσμικός, ξαπλώνω, πέρασμα, στρώνω, πράξη, συμβαίνω, προχωρώ, παίρνω, στενά, προβαίνω, περνώ, διαπράττω, διαδραματίζω, εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε
Переводы: κυκλοφορώ, συμπεριφέρομαι, κάνω, κοσμικός, ξαπλώνω, πέρασμα, στρώνω, πράξη, συμβαίνω, προχωρώ, παίρνω, στενά, προβαίνω, περνώ, διαπράττω, διαδραματίζω, εκτελούνται, εκτελείται, που εκτελούνται, πραγματοποιείται, πραγματοποιήθηκε