Сопровождать на греческом языке
Перевод: сопровождать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διεξάγω, ακολουθώ, συνοδεύω, συμπεριφορά, γεννώ, φέρσιμο, παραβρίσκομαι, έρχομαι, παρακολουθώ, υποφέρω, καβαλιέρος, διαγωγή, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: сопровождать
сопровождать корень, сопровождать перевод на казахский, сопровождать синоним, сопровождать значение, сопровождать перевод на украинский, сопровождать словарь иностранных слов греческий, сопровождать на греческом языке
Переводы
- сопроводительный на греческом языке - ακόλουθος, συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική
- сопроводить на греческом языке - ακολουθία, καβαλιέρος, συνοδεύω, ακολουθώ, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, ...
- сопровождающий на греческом языке - ακόλουθος, συνοδευτικά, συνοδευτικό, συνοδευτικές, συνοδευτικών, συνοδευτική
- сопровождающийся на греческом языке - παρακολούθηση, οπαδοί, ακολουθία, συνοδεύονται, συνοδεύεται, συνοδευόμενη, συνοδευόμενο, ...
Случайные слова
Сопровождать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διεξάγω, ακολουθώ, συνοδεύω, συμπεριφορά, γεννώ, φέρσιμο, παραβρίσκομαι, έρχομαι, παρακολουθώ, υποφέρω, καβαλιέρος, διαγωγή, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
Переводы: διεξάγω, ακολουθώ, συνοδεύω, συμπεριφορά, γεννώ, φέρσιμο, παραβρίσκομαι, έρχομαι, παρακολουθώ, υποφέρω, καβαλιέρος, διαγωγή, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν