Толчок на греческом языке
Перевод: толчок, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
οδηγώ, σπρώξιμο, σύγκρουση, σπρώχνω, κόπανος, χωμένος, βαρώ, επίδραση, χτυπώ, κρούση, μπηχτή, ώθηση, κλονισμός, παλμός, αναπηδώ, τράνταγμα, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: толчок
толчок рывок, толчок техника выполнения, толчок синоним, толчок штанги, толчок в пути, толчок словарь иностранных слов греческий, толчок на греческом языке
Переводы
- толчение на греческом языке - συντριπτικός, χτυπάει, σφυροκοπώντας, σφυροκόπημα, pounding, να χτυπάει
- толчея на греческом языке - συνθλίβω, συναθροίζομαι, πλήθος, συνωστισμός, συρρέω, ζουλώ, κοσμοσυρροή, ...
- толща на греческом языке - πυκνότητα, πάχος, πάχους, το πάχος, πάχος του, του πάχους
- толще на греческом языке - παχύτερο, παχύτερος, χοντρές, παχύτερη, παχύτερα
Случайные слова
Толчок на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: οδηγώ, σπρώξιμο, σύγκρουση, σπρώχνω, κόπανος, χωμένος, βαρώ, επίδραση, χτυπώ, κρούση, μπηχτή, ώθηση, κλονισμός, παλμός, αναπηδώ, τράνταγμα, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Переводы: οδηγώ, σπρώξιμο, σύγκρουση, σπρώχνω, κόπανος, χωμένος, βαρώ, επίδραση, χτυπώ, κρούση, μπηχτή, ώθηση, κλονισμός, παλμός, αναπηδώ, τράνταγμα, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης