Трудный на греческом языке

Перевод: трудный, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
δύσχρηστος, πολύπλοκος, οξυδερκής, σέρτικος, κοπιαστικός, δύσκολος, αυστηρός, σοβαρός, περίπλοκος, βαρύς, σκληρός, δριμύς, επίπονος, ενδιαφερόμενος, πολύμοχθος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
Трудный на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: трудный

трудный возраст текст, трудный ребенок 3, трудный шарарам, трудный ребенок 4, трудный ребенок 2, трудный словарь иностранных слов греческий, трудный на греческом языке

Переводы

  • труднореализуемый на греческом языке - κολλητικός, κολλώδης, μη ρευστοποιήσιμων, μη ρευστοποιήσιμα, μη ρευστοποιήσιμες, μη ευχερώς ρευστοποιήσιμες, δύσκολα ρευστοποιήσιμων
  • трудность на греческом языке - ενόχληση, φασαρία, αμηχανία, δυσχέρεια, φτιάχνω, κακουχία, δυσκολία, ...
  • трудоемкий на греческом языке - κοπιαστικός, πολύμοχθος, επίπονος, κοπιώδης, επίπονη, επίπονες, κοπιαστική
  • трудолюбивый на греческом языке - πολύμοχθος, βιομηχανία, εργατικός, επιμελής, κοπιαστικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, ...
Случайные слова
Трудный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: δύσχρηστος, πολύπλοκος, οξυδερκής, σέρτικος, κοπιαστικός, δύσκολος, αυστηρός, σοβαρός, περίπλοκος, βαρύς, σκληρός, δριμύς, επίπονος, ενδιαφερόμενος, πολύμοχθος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες