Убирать на греческом языке
Перевод: убирать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αποσύρω, δημεύω, τοποθετώ, βάζω, διαυγής, κατάσχω, υπαναχωρώ., υπαναχωρώ, ελευθερώνω, τράβηγμα, μάζεμα, τραβώ, μαζεύω, αντεπεξέρχομαι, εναργής, τυλίγω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: убирать
убирать паутину во сне, убирать или убирать, убирать грязь сонник, убирать проверочное слово, убирать мусор во сне, убирать словарь иностранных слов греческий, убирать на греческом языке
Переводы
- убийство на греческом языке - σκοτώνω, φόνος, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονίες
- убийца на греческом языке - γορίλα, τραμπούκος, κρεοπώλης, σφάζω, δολοφόνος, χασάπης, φονιάς, ...
- убитый на греческом языке - σκότωσε, σκοτώθηκε, σκοτώθηκαν, σκοτωθεί, σκότωσαν
- убить на греческом языке - τσάντα, πελεκώ, δολοφονώ, σκοτώνω, σφαγή, φόνος, κάνω, ...
Случайные слова
Убирать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αποσύρω, δημεύω, τοποθετώ, βάζω, διαυγής, κατάσχω, υπαναχωρώ., υπαναχωρώ, ελευθερώνω, τράβηγμα, μάζεμα, τραβώ, μαζεύω, αντεπεξέρχομαι, εναργής, τυλίγω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει
Переводы: αποσύρω, δημεύω, τοποθετώ, βάζω, διαυγής, κατάσχω, υπαναχωρώ., υπαναχωρώ, ελευθερώνω, τράβηγμα, μάζεμα, τραβώ, μαζεύω, αντεπεξέρχομαι, εναργής, τυλίγω, εκκαθάριση, καθαρίσει, καθαρισμό, τον καθαρισμό, να καθαρίσει