Увести на греческом языке
Перевод: увести, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
λουρί, ηγούμαι, μόλυβδος, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Другие языки
Родственные слова: увести
увести чужую жену, увести или увезти, увести девушку у парня, увести мужчину из семьи, увести девушку, увести словарь иностранных слов греческий, увести на греческом языке
Переводы
- увеселять на греческом языке - φιλοξενώ, διασκεδάζω, ψυχαγωγώ, ψυχαγωγήσει, διασκεδάσει, να ψυχαγωγήσει, να διασκεδάσει, ...
- увесистый на греческом языке - δύσκολος, βαρύς, ογκώδης, τεράστιος, επίπονος, σκληρός, βαριά, ...
- увечить на греческом языке - σακατεύω, ανάπηρος, κουτσουρεύω, κολοβώνω, ακρωτηριάζετε, καταστρέφετε, ακρωτηριάζουν
- увечье на греческом языке - βλάβη, ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, οργάνων των γυναικών, ακρωτηριασμοί
Случайные слова
Увести на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: λουρί, ηγούμαι, μόλυβδος, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν
Переводы: λουρί, ηγούμαι, μόλυβδος, αποσύρω, αποσύρει, ανακαλέσει, αποσύρουν, ανακαλούν