Удовлетворять на греческом языке
Перевод: удовлетворять, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
επαρκώ, τετράγωνο, ευχαριστώ, εκπληρώνω, παρακαλώ, ικανοποιημένος, πλατεία, ικανοποιημένο, γεμίζω, υπηρετώ, ευχαριστημένος, παρέχω, παροχή, ικανοποιώ, προμήθεια, πραγματοποιώ, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: удовлетворять
удовлетворять запросам, удовлетворять потребностям, удовлетворять потребности синоним, удовлетворять критериям, удовлетворять перевод, удовлетворять словарь иностранных слов греческий, удовлетворять на греческом языке
Переводы
- удовлетворительный на греческом языке - διαβατός, ανεκτός, υποφερτός, μέτριος, ικανοποιητικός, ικανοποιητική, ικανοποιητικό, ...
- удовлетворить на греческом языке - ευχαριστώ, παρακαλώ, τετράγωνο, ικανοποιώ, πλατεία, να ικανοποιήσει, για να ικανοποιήσει, ...
- удовлетворяться на греческом языке - κάνω, ικανοποιημένοι, ικανοποιημένος, πληρούνται, πληρούται, ικανοποιημένη
- удовлетворённость на греческом языке - ικανοποίηση, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Случайные слова
Удовлетворять на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: επαρκώ, τετράγωνο, ευχαριστώ, εκπληρώνω, παρακαλώ, ικανοποιημένος, πλατεία, ικανοποιημένο, γεμίζω, υπηρετώ, ευχαριστημένος, παρέχω, παροχή, ικανοποιώ, προμήθεια, πραγματοποιώ, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται
Переводы: επαρκώ, τετράγωνο, ευχαριστώ, εκπληρώνω, παρακαλώ, ικανοποιημένος, πλατεία, ικανοποιημένο, γεμίζω, υπηρετώ, ευχαριστημένος, παρέχω, παροχή, ικανοποιώ, προμήθεια, πραγματοποιώ, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, συναντήστε, συναντώνται