Улучшать на греческом языке
Перевод: улучшать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: улучшать
улучшить собственную торговую тактику, улучшить память, улучшать синоним, улучшать мир или себя сочинение рассуждение, улучшать мир или себя сочинение, улучшать словарь иностранных слов греческий, улучшать на греческом языке
Переводы
- улучать на греческом языке - εύρημα, αρπάζω, βρίσκω, κατάσχω, πιάνω, καταλαμβάνω, ανεύρεση, ...
- улучить на греческом языке - ανεύρεση, κατάσχω, εύρημα, πιάνω, βρίσκω, αρπάζω, καταλαμβάνω, ...
- улучшаться на греческом языке - μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, βελτίωση, βελτίωση της, ...
- улучшающий на греческом языке - βελτιωτικός, βελτιωτική, βελτιωτικά, βελτιωτικό, βελτιωτικές
Случайные слова
Улучшать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν
Переводы: τροποποιώ, αναβαθμίζω, σηκώνω, βελτιώνω, μεταρρύθμιση, μεταρρυθμίζω, ανασχηματισμός, βελτιώνομαι, υψώνω, ανυψώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν