Усовершенствованный на греческом языке
Перевод: усовершенствованный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: усовершенствованный
усовершенствованный метод эйлера, усовершенствованный вист, усовершенствованный манекен мишень 3.3.5, усовершенствованный грифон, усовершенствованный зум canon, усовершенствованный словарь иностранных слов греческий, усовершенствованный на греческом языке
Переводы
- усобица на греческом языке - διαμάχη, διαμάχες, σύγκρουση, συγκρούσεις, διαμάχης
- усовершенствование на греческом языке - βελτίωση, ανάπτυξη, τελειοποίηση, εξέλιξη, βελτίωσης, τη βελτίωση, βελτίωση της, ...
- усовершенствовать на греческом языке - ραφινάρω, βελτιώνω, βελτίωση, βελτίωση της, βελτιώσει, τη βελτίωση, βελτιώσουν
- усовестить на греческом языке - παραινώ, παρακινώ, έκκληση προς, απευθύνω έκκληση προς, έκκληση σε, απευθύνονται σε, προσελκύσει
Случайные слова
Усовершенствованный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν
Переводы: εκλεπτυσμένος, μοντέρνος, καλλιεργημένος, σύγχρονος, ραφινάτος, βελτιωμένη, βελτιωθεί, βελτιώθηκε, βελτιωμένες, βελτιωθούν