Устанавливать на греческом языке
Перевод: устанавливать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
φυτό, αναλογία, εγκαθιδρύω, υπολογίζω, εξακριβώνω, εγκαθιστώ, βουνό, αποσπώ, φτιάχνω, κανονίζω, εγκαθίσταμαι, εργοστάσιο, αποφασίζω, καθορίζω, φυτεύω, ανεβαίνω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: устанавливать
устанавливать ли обновления, устанавливать через cwm, устанавливать перевод, устанавливать ли ios 7.1, устанавливать приложения на карту, устанавливать словарь иностранных слов греческий, устанавливать на греческом языке
Переводы
- усталь на греческом языке - κόπος, κόπωση, κούραση, κόπωσης, την κούραση, κούρασης
- устанавливает на греческом языке - σκηνικά, σύνολα, σετ, συνόλων, ομάδες
- устанавливающий на греческом языке - σύνθεση, ρύθμιση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
- установившийся на греческом языке - στάβλος, συνεχής, σταθερός, αδιάκοπος, σταθερή, σταθερής, σταθερό, ...
Случайные слова
Устанавливать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: φυτό, αναλογία, εγκαθιδρύω, υπολογίζω, εξακριβώνω, εγκαθιστώ, βουνό, αποσπώ, φτιάχνω, κανονίζω, εγκαθίσταμαι, εργοστάσιο, αποφασίζω, καθορίζω, φυτεύω, ανεβαίνω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Переводы: φυτό, αναλογία, εγκαθιδρύω, υπολογίζω, εξακριβώνω, εγκαθιστώ, βουνό, αποσπώ, φτιάχνω, κανονίζω, εγκαθίσταμαι, εργοστάσιο, αποφασίζω, καθορίζω, φυτεύω, ανεβαίνω, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει