Устой на греческом языке

Перевод: устой, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
μόλος, στοίβα, θεμέλιο, στοιβάζω, ίδρυση, σωρός, αποβάθρα, ίδρυμα, βάθρο, στοιβάδα, στήριγμα, στήριξης, στηρίξεως, αντερείσματος, συναρμογής
Устой на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: устой

устой дорохово, устой в науке 8 букв, устой тональности, устой синоним, устой традиций надо соблюдать, устой словарь иностранных слов греческий, устой на греческом языке

Переводы

  • устный на греческом языке - φραστικός, του στόματος, από το στόμα, στόματος, προφορική, στοματική
  • устои на греческом языке - βάση, ίδρυμα, ίδρυση, θεμέλιο, βάθρο, θεμέλια, βάσεις, ...
  • устойчивость на греческом языке - ρώμη, σταθερότητα, σταθερότητας, τη σταθερότητα, της σταθερότητας, σταθερότητα των
  • устойчивый на греческом языке - εδραίος, ακλόνητος, απτόητος, συνεπής, άκαμπτος, αδιάλλακτος, επίμονος, ...
Случайные слова
Устой на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: μόλος, στοίβα, θεμέλιο, στοιβάζω, ίδρυση, σωρός, αποβάθρα, ίδρυμα, βάθρο, στοιβάδα, στήριγμα, στήριξης, στηρίξεως, αντερείσματος, συναρμογής