Устроить на греческом языке
Перевод: устроить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αμπάρι, τακτοποιώ, κανονίζω, κρατώ, επιβάλλω, διαπιστώνω, εξακριβώνω, εγκαθίσταμαι, καθιερώνω, ιδρύω, ικανοποιώ, θεσπίζω, κανονίσει, να οργανώσει, κανονίσετε, κανονίσουν, φροντίσει σχετικά
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: устроить
устроить романтик, устроить праздник мужу, устроить фальшивое рукопожатие, устроить темную, устроить романтический вечер, устроить словарь иностранных слов греческий, устроить на греческом языке
Переводы
- устрица на греческом языке - ψάρι, στρείδι, στρειδιών, στρείδια, στρειδιού, το στρείδι
- устроитель на греческом языке - διοργανωτής, διοργανωτή, οργανωτή, οργανωτής, organizer
- устроиться на греческом языке - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
- устройство на греческом языке - προσταγή, τακτοποίηση, ονομάζω, σύνταγμα, παραγγέλλω, άνεση, εντολή, ...
Случайные слова
Устроить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αμπάρι, τακτοποιώ, κανονίζω, κρατώ, επιβάλλω, διαπιστώνω, εξακριβώνω, εγκαθίσταμαι, καθιερώνω, ιδρύω, ικανοποιώ, θεσπίζω, κανονίσει, να οργανώσει, κανονίσετε, κανονίσουν, φροντίσει σχετικά
Переводы: αμπάρι, τακτοποιώ, κανονίζω, κρατώ, επιβάλλω, διαπιστώνω, εξακριβώνω, εγκαθίσταμαι, καθιερώνω, ιδρύω, ικανοποιώ, θεσπίζω, κανονίσει, να οργανώσει, κανονίσετε, κανονίσουν, φροντίσει σχετικά