Уступ на греческом языке
Перевод: уступ, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ταράτσα, έδρανο, ακτινοβολία, παγκάκι, προβολή, έδρα, ράφι, πάγκος, πρεβάζι, χείλος, υπολογισμός, περβάζι, προεξοχή, ακμών, γείσωμα
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: уступ
уступ сканворд, уступ на днище скутера, уступ на днище судна, уступ коррана, уступ карьера, уступ словарь иностранных слов греческий, уступ на греческом языке
Переводы
- устроиться на греческом языке - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
- устройство на греческом языке - προσταγή, τακτοποίηση, ονομάζω, σύνταγμα, παραγγέλλω, άνεση, εντολή, ...
- уступать на греческом языке - αναβάλλω, αποσύρομαι, συναινώ, εκφωνώ, παραχωρώ, εισάγω, σοδειά, ...
- уступительный на греческом языке - παραχωρητικός, παραχώρησης, προνομιακή, ευνοϊκά, προνομιακό
Случайные слова
Уступ на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ταράτσα, έδρανο, ακτινοβολία, παγκάκι, προβολή, έδρα, ράφι, πάγκος, πρεβάζι, χείλος, υπολογισμός, περβάζι, προεξοχή, ακμών, γείσωμα
Переводы: ταράτσα, έδρανο, ακτινοβολία, παγκάκι, προβολή, έδρα, ράφι, πάγκος, πρεβάζι, χείλος, υπολογισμός, περβάζι, προεξοχή, ακμών, γείσωμα