Усыхать на греческом языке
Перевод: усыхать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
συστέλλω, έξω, κατακεραυνώνω, μπαίνω, συρρικνώνομαι, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: усыхать
усыхать словарь иностранных слов греческий, усыхать на греческом языке
Переводы
- усыплять на греческом языке - νηνεμία, ησυχάζω, κόπαση, ανάπαυλα, ηρεμία
- усыпляющий на греческом языке - νυσταγμένος, υπνωτικό, υπνωτικών, υπνωτικός, υπνωτική, ναρκωτικός
- утаивание на греческом языке - συγκάλυψη, απόκρυψη, απόκρυψης, αποκρύψεως, την απόκρυψη
- утаивать на греческом языке - κρύβομαι, κρύβω, απόθεμα, κομπόδεμα, μάσκα, παρακρατώ, προσωπείο, ...
Случайные слова
Усыхать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: συστέλλω, έξω, κατακεραυνώνω, μπαίνω, συρρικνώνομαι, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης
Переводы: συστέλλω, έξω, κατακεραυνώνω, μπαίνω, συρρικνώνομαι, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης