Ухоженный на греческом языке
Перевод: ухоженный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
διατηρούνται σε καλή κατάσταση, καλά διατηρημένο, καλά συντηρημένο, καλά διατηρημένες, καλή κατάσταση συντήρησης
Другие языки
Родственные слова: ухоженный
ухоженный синоним, ухоженный участок фото, ухоженный двор фото, ухоженный участок, ухоженный вид грамотная речь и воспитание, ухоженный словарь иностранных слов греческий, ухоженный на греческом языке
Переводы
- уходить на греческом языке - βαδίζω, αποσύρω, μετακομίζω, κίνηση, παρατάω, μάρτιος, υπαναχωρώ., ...
- уходящий на греческом языке - κοινωνικός, εκδηλωτικός, εξωστρεφής, εξερχόμενος, εξερχόμενες, εξερχόμενων, εξερχόμενη, ...
- ухудшает на греческом языке - χειροτερεύει, επιδεινώνεται, επιδεινώνει, επιδεινωθεί, επιδεινώνει την
- ухудшать на греческом языке - παραβλάπτω, χειροτερεύω, τονίζω, επιδεινώνω, επιδεινώσει, επιδεινωθεί, επιδεινωθούν, ...
Случайные слова
Ухоженный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: διατηρούνται σε καλή κατάσταση, καλά διατηρημένο, καλά συντηρημένο, καλά διατηρημένες, καλή κατάσταση συντήρησης
Переводы: διατηρούνται σε καλή κατάσταση, καλά διατηρημένο, καλά συντηρημένο, καλά διατηρημένες, καλή κατάσταση συντήρησης