Учтивый на греческом языке
Перевод: учтивый, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ευπροσήγορος, μαλθακός, δίκαιος, λεπτός, πανηγύρι, φίνος, ξανθός, ευγενικός, αβρός, προσηνής, ευγενής, ευγενικό, ευγενική, ευγενικοί
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: учтивый
учтивый синоним, учтивый деликатный обходительный любезный, учтивый человек, учтивый человек это, учтивый значение слова, учтивый словарь иностранных слов греческий, учтивый на греческом языке
Переводы
- учтиво на греческом языке - ξανθός, δίκαιος, πανηγύρι, suavely
- учтивость на греческом языке - λιχουδιά, λεπτότητα, ευγένεια, φιλοφρόνηση, αβρότητα, ευγενική προσφορά, Χορηγία, ...
- учуять на греческом языке - μυρωδιά, αισθάνομαι, μύτη, σωφροσύνη, νόημα, αίσθημα, μυρίζω, ...
- учёба на греческом языке - σχολείο, μαθητεία, σπουδάζω, μελέτη, γραφείο, προπονούμενος, προπόνηση, ...
Случайные слова
Учтивый на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ευπροσήγορος, μαλθακός, δίκαιος, λεπτός, πανηγύρι, φίνος, ξανθός, ευγενικός, αβρός, προσηνής, ευγενής, ευγενικό, ευγενική, ευγενικοί
Переводы: ευπροσήγορος, μαλθακός, δίκαιος, λεπτός, πανηγύρι, φίνος, ξανθός, ευγενικός, αβρός, προσηνής, ευγενής, ευγενικό, ευγενική, ευγενικοί