Энергичный на греческом языке

Перевод: энергичный, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ζωτικός, έντονος, οξυδερκής, μυτερός, νεανικός, αιφνίδιος, ενδιαφερόμενος, δραστικός, πικάντικος, επίπονος, ισχυρός, κοφτερός, μένω, ρωμαλέος, ενεργός, ζωντανός, ενεργητικός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ενεργειακό
Энергичный на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: энергичный

энергичный игрок, энергичный блог, энергичный танец, энергичный рок, энергичный грявол, энергичный словарь иностранных слов греческий, энергичный на греческом языке

Переводы

  • энергично на греческом языке - ενεργειακά, δραστήρια, ενεργητικά, ενεργά, δυναμικά
  • энергичность на греческом языке - ένταση, ζωτικότητα, μπορούσα, δύναμη, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ...
  • энергия на греческом языке - κύρος, αναπηδώ, εκτινάσσομαι, σφρίγος, κολλαρίζω, δραστηριότητα, γρονθοκοπώ, ...
  • энергоёмкость на греческом языке - δύναμη, εξουσία, κύρος, κατανάλωση ενέργειας, κατανάλωση ισχύος, κατανάλωση ρεύματος, την κατανάλωση ενέργειας, ...
Случайные слова
Энергичный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ζωτικός, έντονος, οξυδερκής, μυτερός, νεανικός, αιφνίδιος, ενδιαφερόμενος, δραστικός, πικάντικος, επίπονος, ισχυρός, κοφτερός, μένω, ρωμαλέος, ενεργός, ζωντανός, ενεργητικός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ενεργειακό