Явственный на греческом языке
Перевод: явственный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εναργής, σαφής, εκφραστικός, κατηγορηματικός, σημαντικός, διαυγής, ρητός, εμφατικός, έκδηλος, ελευθερώνω, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: явственный
явственный однокоренные слова, явственный и явный, явственный проверочное слово, явственный синоним, явственный синонимы, явственный словарь иностранных слов греческий, явственный на греческом языке
Переводы
- явный на греческом языке - κατηγορηματικός, απόκρημνος, σκέτος, φανερός, εναργής, καθαρός, διαφανής, ...
- явор на греческом языке - φίκος, συκομορέα, sycamore, συκαμορέα, συκαμορέας
- явствовать на греческом языке - παράσταση, διαφαίνομαι, εμφαίνω, δείχνω, ανακαλύπτω, φαίνομαι, εμφανίζομαι, ...
- явь на греческом языке - πραγματικότητα, πραγματικότητας, την πραγματικότητα, η πραγματικότητα
Случайные слова
Явственный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εναργής, σαφής, εκφραστικός, κατηγορηματικός, σημαντικός, διαυγής, ρητός, εμφατικός, έκδηλος, ελευθερώνω, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές
Переводы: εναργής, σαφής, εκφραστικός, κατηγορηματικός, σημαντικός, διαυγής, ρητός, εμφατικός, έκδηλος, ελευθερώνω, διακριτές, ξεχωριστή, διακριτή, ξεχωριστές