Avfolka på grekiska
Översättning: avfolka, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: avfolka
avfolka antonymer, avfolka engelska, avfolka fängelserna, avfolka grammatik, avfolka korsord, avfolka språkordbok grekiska, avfolka på grekiska
Översättningar
- aversion på grekiska - αντιπάθεια, αντιπαθώ, αποστροφή, αποστροφής, Aversion, αποστροφή στις, η αποστροφή
- avfall på grekiska - απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
- avfärda på grekiska - να απορρίψει, απορρίψει, απόρριψη, απολύσει, απολύσεως
- avgift på grekiska - τιμάριο, δίδακτρα, αμοιβή, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, ...
Slumpa ord
Avfolka på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού
Översättningar: ερημώνω, ερημώ, ερήμωσης και αποπληθυσμού της, μειώνω τον πληθυσμό, ερήμωσης και αποπληθυσμού