Befordran på grekiska
Översättning: befordran, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
προκαταβάλλω, προβαίνω, ανάδειξη, πρόοδος, προώθηση, προαγωγή, προχωρώ, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: befordran
befordran antonymer, befordran engelska, befordran grammatik, befordran i hemvärnet, befordran inom hemvärnet, befordran språkordbok grekiska, befordran på grekiska
Översättningar
- befara på grekiska - τρόμος, ταραχή, φοβάμαι, σύλληψη, φόβος, φοβόταν, φοβούνταν, ...
- befogenhet på grekiska - δικαιοδοσία, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ισχύος, ισχύ
- befria på grekiska - δημοσιεύω, εκκρίνω, τσάμπα, δωρεάν, κυκλοφορώ, αυτεξούσιος, ανακούφιση, ...
- befrielse på grekiska - δημοσιεύω, χειραφέτηση, κυκλοφορώ, εκκρίνω, απελευθέρωση, την Απελευθέρωση, Απελευθερωτικού, ...
Slumpa ord
Befordran på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: προκαταβάλλω, προβαίνω, ανάδειξη, πρόοδος, προώθηση, προαγωγή, προχωρώ, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
Översättningar: προκαταβάλλω, προβαίνω, ανάδειξη, πρόοδος, προώθηση, προαγωγή, προχωρώ, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά