Dativ på grekiska
Översättning: dativ, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
δοτικός, δοτική πτώση, δοτική, δοτικής, ημιπολικών
Andra språk
Relaterade ord: dativ
ackusativ, ackusativ dativ, dativ ackusativ, dativ ackusativ franska, dativ ackusativ objekt, dativ språkordbok grekiska, dativ på grekiska
Översättningar
- data på grekiska - στοιχεία, δεδομένα, δεδομένων, στοιχείων, των δεδομένων
- datera på grekiska - χουρμάς, ημερομηνία, ημερομηνίας, την ημερομηνία, σήμερα, ημερομηνία που
- datum på grekiska - ημερομηνία, χουρμάς, ημερομηνίας, την ημερομηνία, σήμερα, ημερομηνία που
- debatt på grekiska - συζήτηση, διαφωνία, λογομαχία, επιχείρημα, δημόσια συζήτηση, συζήτησης, διάλογο, ...
Slumpa ord
Dativ på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: δοτικός, δοτική πτώση, δοτική, δοτικής, ημιπολικών
Översättningar: δοτικός, δοτική πτώση, δοτική, δοτικής, ημιπολικών